"Στο πλοίο για τη Σαντορίνη
μια αχτίδα φωτός
με περιμένει
για να μου ζεστάνει το κορμί".
Το βασανισμένο καλοκαίρι που μας πέρασε, μου έμελλε να πραγματοποιήσω το παλιό αυτό όνειρο. Να επισκεφτώ το νησί των ανέμων, των αντιθέσεων, της αιώνιας δημιουργίας και καταστροφής.
Πιστή στο ραντεβού της, εκείνη η αχτίδα φωτός ήταν πράγματι εκεί και πολύ πριν πατήσω το πόδι μου στο νησί, με έλουσε, με ζέστανε, με προετοίμασε γι' αυτό που επρόκειτο να συμβεί στις μέρες που θ' ακολουθούσαν.
Μοναδική η ομορφιά της Σαντορίνης, μοναδική και ανείπωτη. Ο ξερός βράχος, οι παραλίες με τη μαύρη άμμο, τα απόκρημνα ηφαιστειακά βουνά, τα άσπρα σπιτάκια χτισμένα στην άκρη του απείρου. Οι αμέτρητες εκκλησίες με τους γαλάζιους τρούλους που θαρρείς πασχίζουν να συμφιλιώσουν Γη και Ουρανό, Ζωή και Θάνατο, Ιερό και Ολέθριο. Τα ξερικά αμπέλια που δίνουν το υπέροχο κρασί της. Η απόκοσμη εικόνα του ηφαιστείου, κεφάλι ενός υποχθόνιου γίγαντα που ποτέ δεν κοιμάται. Που κρατάει το Έρεβος σφιχτά στην αγκάλη του και περιμένει την κατάλληλη στιγμή να το εξαπολύσει. Οι γραφικοί οικισμοί με τα στενά δρομάκια τους. Οι νωχελείς γατες πάνω στους ασβεστωμένους τοίχους.
Δε χορταίνεται τούτο το νησί με μια μόνο επίσκεψη. Θα ξαναγυρίσω. Να ξαναεντρυφήσω στο "δοκιμασμένο" τούτο βράχο...
Σημείωση:
Έχουν περάσει τέσσερεις μήνες που τελείωσαν οι διακοπές μου στη Σαντορίνη.
Γιατί περίμενα τόσο για να ξαναγράψω κάτι;
Ίσως γιατί ήθελα να δω πόση εντύπωση μου έκανε τούτος ο τόπος.
Και ναι, τον έχω ακόμα μέσα μου ολοζώντανο.