Anonimo XIV sec: Trionfo della Morte
Πάρε με από το χέρι να μου δείξεις τον κόσμο. Ο μεγάλος χάρτης σκισμένος. Η γεωγραφία χαμένη ανάμεσα σε άχρηστα βιβλία. Ο εξάντας δίχως φακούς. Τους βγάλαμε για ν' ανάψουμε τσιγάρα. Σπασμένο το παλινώριο. Η ρίγλα ζαβωμένη. Το βελόνι της πυξίδας τρελάθηκε και τρεκλίζει. Την μπαρκέτα την έκοψε κυνηγός, μπορεί και σκυλόψαρο. Μετζαρόλι, μα ο άμμος δε βολεί να περάσει. Ας μετρήσουμε τον ήλιο με τα δάχτυλα. Ποιον απ' όλους;
-Λίγη γαλέτα;
-Πάρε... Γιατί φτύνεις;
-Νερό.
-Σώθηκε.
-Είπες πως για μένα θ' ανοίξεις τη φλέβα σου.
-Δες. Την άνοιξα. Δεν τρέχει στάλα. [...] Φυσάει. Είναι κόντρα. Αλαργεύουμε.
Βρέχει. Πιες. Κοιμήσου, θα σε φυλάω.
-Κοιμάμαι. Είναι καιρός που κοιμάμαι.
-Τι ωραία που είναι τα μαλλιά σου. ¶σε με να τα καθαρίσω από το αλάτι.
-Όχι.
-Γιατί γλιστράς από τα χέρια μου; Πού είσαι; Έχω καινούρια tattoo να σου δείξω.
Μην ξυπνάς... Έτσι όπως είσαι θα σε βάλω φιγούρα σε πλώρη... Κοριτσάκι. Πιάσε με
απ' το χέρι να μου δείξεις τον κόσμο.
-Δεν έχω χέρι. Δεν υπάρχει κόσμος...
(Νίκος Καββαδίας, «Βάρδια»)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου