Περικοπές από το κατά Καζαντζάκη Ευαγγέλιον, #6
-Είχα κι έκρυβα εδώ κοντά, σε μια σπηλιά, ένα λιάπη που τον κυνηγούσαν οι νιζάμηδες. Το παιδί μου δεν είχε να φάει, αυτός είχε· το παιδί μου δεν είχε να σκεπαστεί, αυτός είχε. Μπήκε σπίτι μου ένας μουλιαζίμης με τους νιζάμηδές του. «Θα σκοτώσω το μοναχογιό σου, μωρή Κουμπελίνα, αν δε μου παραδώσεις το λιάπη, μου κάνει. -Δεν τον παραδίνω, αποκρίθηκα, κάμε ό,τι θες· μα να ξέρεις, εγώ η γριά Κουμπελίνα σου το λέω, και να μου το θυμάσαι, ο πόνος της Κρήτης θα φάει την Τουρκιά, βάζω την κεφαλή μου. Βάζεις στοίχημα; Εγώ βάζω την κεφαλή μου!» Λύσσαξε ο σκύλος. Την ώρα εκείνη -Θεού κατάρα!- έμπαινε ο γιος μου στο σπίτι· τον άρπαξαν οι νιζάμηδες, τον κόλλησαν στον τοίχο. Σήκωσαν τα τουφέκια, με κοίταξε ο μουλιαζίμης. «Μην τον προδώσεις μάνα!, μου φώναξε ο γιος μου. -Δεν τον προδίνω και μη φοβάσαι παιδί μου, έχε γεια!» Τον σκότωσαν· έβαλαν φωτιά στο παντέρμο μου κι έφυγαν.
-Γιατί το 'καμες αυτό, κυρούλα; φώναξε ο Κοσμάς και σηκώθηκε απάνω, δεν τον χωρούσαν τα χαλάσματα ετούτα.
-Το 'καμα, αποκρίθηκε ήσυχα η γριά, γιατί κάτεχα πως πέρα, σ' ένα χωριό της Ρούμελης, είχε κι ο λιάπης αυτός μάνα· και κατέχω τι θα πει πόνος μάνας.
Το πρωί που σηκώθηκαν κι αποχαιρετούσαν, η γριά έσκυψε, ξεσφήνωσε από την αυλή μια πέτρα, γεμάτη κόκκινα πιτσιλίσματα, την έδωκε στον Κοσμά.
-Άλλο ρεγάλο δεν έχω να σου κάμω, είπε· να, πάρε αυτή την πέτρα, να θυμάσαι. Να θυμάσαι την Κρήτη.
Και δείχνοντας τις μαυροκόκκινες βούλες¨
-Τα αίματα του γιου μου...
(Νίκου Καζαντζάκη, «Ο καπετάν Μιχάλης»)
2 σχόλια:
ΟΚ δεν είναι και το σημαντικότερο σε αυτό το απόσπασμα, αλλά...
λιάπης=;
νιζάμης=;
μουλιαζίμης=;
Με επιφύλαξη φυσικά (Λαογράφοι/ιστορικοί συνεισφέρετε παρακαλώ (-;):
Λιάπης: Έλληνας της ηπειρωτικής Ελλάδας ή ίσως πιο συγκεκριμένα, της Πελοποννήσου;
Νιζαμήδες: Εδώ λεεί ότι ήταν "Τούρκοι οπλίτες εντεταγμένοι για την είσπραξη των φόρων". Το έχω δει και απλά σαν "στρατιώτες".
Μουλ(ι)αζίμης: Προφανώς κάποιο τούρκικο στρατιωτικό αξίωμα. Εδώ λεεί: Τούρκος διοικητής.
Δημοσίευση σχολίου